Βλέπω συνέχεια αυτά τα όνειρα. Την κατηγορία. Το όνειρο.
που με κάνουν να αμφιβάλλω για την πραγματικότητα
για την νηφαλιότητα
για την αντικειμενικότητα (γράψε άκυρο, πάντα αμφέβαλα γι αυτήν)
Με φαγουρίζει η γάμπα μου και με λένε Μανόλη.
"Της χήρας το κατούρημα στο χώμα σκάβει λάκκο.
Σκοτώνει τα μικρόβια, ακόμα και το δάκο.
Αυτό. Αυτό σκεφτόμουνα και μου 'ρχοταν να γελάσω. Το ξέρω ότι είναι μαλακία, είναι απαράδεκτο, είναι αίσχος, αλλά αυτό είναι. Την κοίταζα, στα μαύρα ντυμένη, πήρε το μάτι μου και την κορνίζα με το σύζυγο που χάσαμε, ωραίος κύριος, ευθυτενής, ε, μου 'ρθε καπάκι κι η μαντινάδα. Μου την είχε πει ένας ταξιτζής, κάτω, πριν τη Ζάκρο. Εκεί. Με το Σώτο ήμασταν. Μας είχε πάρει μονότερμα ο ταρίφας. Πολύ γέλιο. Δυστυχώς. Γιατί τώρα δαγωνόμουνα. Τελείως βλάκας. Ώρες ώρες είμαι τέτοιος τενεκές. Χωρίς κακή πρόθεση. Αλλά τενεκές. Ο Σωτήρης σηκώθηκε."
Λ.Χ.